κρυσταλλοτεχνία
Смотреть что такое "κρυσταλλοτεχνία" в других словарях:
κρυσταλλοτεχνία — η η τέχνη τής κατεργασίας τών φυσικών κρυστάλλων ή τής κατασκευής τεχνητών κρυστάλλων … Dictionary of Greek
κρυσταλλοτεχνικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην κρυσταλλοτεχνία … Dictionary of Greek